Αρχαία:Θεωρία Γραμματικής -Συντακτικού

Παραθετικά

α επίθετα σχηματίζουν τους λεγόμενους βαθμούς των επιθέτων. 
 

Οι βαθμοί των επιθέτων είναι τρεις:

Α) θετικός βαθμός, κατά τον οποίο το επίθετο φανερώνει απλώς την ιδιότητα ή την ποιότητα του προσδιοριζόμενου όρου, χωρίς σύγκριση προς κάποιο άλλο, 

Β) συγκριτικός βαθμός, κατά τον οποίο το επίθετο φανερώνει ότι ο προσδιοριζόμενος όρος έχει μια ιδιότητα ή ποιότητα σε βαθμό ανώτερο συγκριτικά προς έναν άλλο όρο ή και ένα σύνολο, 

Γ) υπερθετικός βαθμός, κατά τον οποίο το επίθετο φανερώνει ότι ο προσδιοριζόμενος όρος έχει μια ιδιότητα ή ποιότητα σε βαθμό ανώτερο από όλα τα άλλα και διακρίνεται σε: 

α) σχετικό υπερθετικό, (ο προσδιοριζόμενος όρος έχει μια ιδιότητα ή ποιότητα στον μεγαλύτερο βαθμό συγκριτικά προς όλα τα άλλα του ίδιου είδους μαζί),  

β) απόλυτο υπερθετικό, (ο προσδιοριζόμενος όρος έχει μια ιδιότητα ή ποιότητα στον ανώτατο βαθμό, χωρίς να γίνεται σύγκριση προς άλλα), 

Ο συγκριτικός και ο υπερθετικός βαθμός ενός επιθέτου ονομάζονται παραθετικά του επιθέτου.

 

 

 

ΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΣ ΠΑΡΑΘΕΤΙΚΩΝ ΕΠΙΘΕΤΩΝ


 

Τα παραθετικά των επιθέτων σχηματίζονται είτε μονολεκτικά, είτε περιφραστικά.
 

Α. ΚΑΝΟΝΙΚΟΣ ΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΣ ΜΟΝΟΛΕΚΤΙΚΩΝ ΠΑΡΑΘΕΤΙΚΩΝ


Τα μονολεκτικά παραθετικά των επιθέτων σχηματίζονται κανονικά προσθέτοντας στο θέμα του θετικού βαθμού του αρσενικού γένους τις παραθετικές καταλήξεις.

Οι πιο συνηθισμένες είναι:
 

για το συγκριτικό βαθμό:

-τερος, -τέρα, -τερον

για τον υπερθετικό βαθμό:

-τατος, -τάτη, -τατον


 

Σχηματίζουν με τις παραπάνω καταλήξεις τα παραθετικά τους τα παρακάτω επίθετα:

α) δευτερόκλιτα, τριγενή και τρικατάληκτα, 
π.χ. πτωχός-ή-όν, -πτωχό-τερος, πτωχο-τέρα, πτωχό-τερον- πτωχό-τατος, πτωχο-τάτη, πτωχό-τατον

β) τριτόκλιτα, τριγενή και τρικατάληκτα ή δικατάληκτα, 
π.χ. βαρὺς-εῖα-ύ -βαρὺ-τερος, βαρυ-τέρα, βαρύ-τερον-βαρύ-τατος, βαρυ-τάτη, βαρύ-τατον
ἀληθὴς-ὴς-ὲς -ἀληθέσ-τερος, ἀληθεσ-τέρα, ἀληθέσ-τερον-ἀληθέσ-τατος, ἀληθεσ-τάτη, ἀληθέσ-τατον
μέλας-αινα-αν -μελάν-τερος, μελαν-τέρα, μελάν-τερον-μελάν-τατος, μελαν-τάτη, μελάν-τατον
χαρίεις-εσσα-εν -χαριέσ-τερος, χαριεσ-τέρα, χαριέσ-τερον-χαριέσ-τατος, χαριεσ-τάτη, χαριέσ-τατον


 

Παρατήρηση:
Τα δευτερόκλιτα επίθετα σχηματίζουν παραθετικά με χαρακτήρα -ο- ή –ω- ως εξής:
 

ΠΑΡΑΘΕΤΙΚΑ σε -ότερος / -ότατος

ΠΑΡΑΘΕΤΙΚΑ σε -ώτερος / -ώτατος

1. αν προηγείται συλλαβή φύσει μακρόχρονη, δηλαδή μακρόχρονο φωνήεν ή δίφθογγος:η, ω,ου, ει, αι 
π.χ. ξηρός, ξηρό-τερος, ξηρό-τατος
γενναῖος, γενναιό-τερος, γενναιό-τατος

1. αν προηγείται συλλαβή βραχύχρονη:
π.χ. νος, νεώ-τερος, νεώ-τατος
σοφός, σοφώ-τερος, σοφώ-τατος

2. αν προηγείται συλλαβή θέσει μακρόχρονη, δηλαδή βραχύχρονο φωνήεν και ακολουθούν δυο ή περισσότερα σύμφωνα ή ένα διπλό -ξ, -ψ
π.χ. θερμός, θερμό-τερος, θερμό-τατος ἔνδοξος, ἐνδοξό-τερος, ἐνδοξό-τατος

2. όσα λήγουν σε:
-ιος, -ιμος, -ικος, ινος 
π.χ. δόκιμος

3. όσα έχουν ως δεύτερο συνθετικό τις λέξεις:
θυμός, κῦρος, λύπη, νίκη, τιμή, κίνδυνος, ψυχή 
π.χ. ἔγκυρος

3. όσα λήγουν σε:
-ακος, -αλος, -αμος, -ανος, -αρος, -ατος,
ΠΡΟΣΟΧΗ: εξαιρείται το ἀνιαρός

4. τα επίθετα: ἀνιαρός, ἰσχυρός, ψιλός, πρᾱος, λιτός, φλύαρος

4. όσα λήγουν σε:
-υρος, - χος, 
π.χ. ἥσυχος


 

Β. ΑΝΑΛΟΓΙΚΟΣ ΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΣ ΠΑΡΑΘΕΤΙΚΩΝ


Μερικά παραθετικά επιθέτων διαμορφώνονται αναλογικά πρός τα παραθετικά άλλων επιθέτων και λήγουν όπως αυτά: 

(ἐλαφρὸς -ἐλαφρύτερος κατά το βαρύτερος, χοντρὸς -χοντρύτερος κατά το παχύτερος, αντί για τα κανονικά ἐλαφρότερος, χοντρότερος). 

Έτσι διαμορφώνονται οι ακόλουθες αναλογικές παραθετικές καταλήξεις: 
 

α) -έστερος, -έστατος

Τα τριτόκλιτα επίθετα σε -ων, -ον (γεν. –ονος): 
 

σώφρων, -ων, -ον

σωφρον-έσ-τερος, 
σωφρον-εσ-τέρα, 
σωφρον-έσ-τερον

σωφρον-έσ-τατος, 
σωφρον-εσ-τάτη, 
σωφρον-έσ-τατον

εὐδαίμων, -ων, -ον

εὐδαιμον-έσ-τερος, 
εὐδαιμον-εσ-τέρα, 
εὐδαιμον-έσ-τερον

εὐδαιμον-έσ-τατος, 
εὐδαιμον-εσ-τάτη, 
εὐδαιμον-έσ-τατον


καθώς και τα επίθετα ἄκρατος (= αυτός που δεν έχει ανακατευτεί με άλλον, ανόθευτος), ἄσμενος (= ευχαριστημένος), ἐρρωμένος (= δυνατός) καὶ πένης σχηματίζουν τα παραθετικά τους κατά τα παραθετικά των σιγμόληκτων επιθέτων σε -ης, -ες (ἀληθής, ἀληθέσ-τερος, ἀληθέσ-τατος)
 

ἄκρατος, -ος, -ον

ἀκρατ-έσ-τερος, 
ἀκρατ-εσ-τέρα, 
ἀκρατ-έσ-τερον

ἀκρατ-έσ-τατος (και ἀκρατό-τατος), 
ἀκρατ-εσ-τάτη (και ἀκρατο-τάτη), 
ἀκρατ-έσ-τατον (και ἀκρατό-τατον)

ἄσμενος,-ος, -ον

ἀσμεν-έσ-τερος (και ἀσμενώ-τερος),
ἀσμεν-εσ-τέρα (και ἀσμενω-τέρα),
ἀσμεν-έσ-τερον (και ἀσμενώ-τερον)

ἀσμεν-έσ-τατος (και ἀσμενώ-τατος),
ἀσμεν-εσ-τάτη (και ἀσμενω-τάτη),
ἀσμεν-έσ-τατον (και ἀσμενώ-τατον)

ἐρρωμένος,- η,-ον

ἐρρωμεν-έσ-τερος,
ἐρρωμεν-εσ-τέρα, 
ἐρρωμεν-έσ-τερον

ἐρρωμεν-έσ-τατος, 
ἐρρωμεν-εσ-τάτη, 
ἐρρωμεν-έσ-τατον

πένης

πεν-έσ-τερος, 
πεν-εσ-τέρα, 
πεν-έσ-τερον

πεν-έσ-τατος,
πεν-εσ-τάτη, 
πεν-έσ-τατον


 

β) –ούστερος, -ούστατος

Το επίθετο ἁπλοῦς και τα συνηρημένα επίθετα της β΄ κλίσης με β΄ συνθετικό το όνομα νοῦς σχηματίζουν τα παραθετικά τους σε -ούστερος, -ούστατος (κατά τά παραθετικά σε -έστερος, -έστατος με συναίρεση):
 

ἁπλοῦς, -ῆ,-οῦν

ἁπλ-ούστερος, 
ἁπλ-ουστέρα, 
ἁπλ-ούστερον

ἁπλ-ούστατος, 
ἁπλ-ουστάτη, 
ἁπλ-ούστατον

εὔνους, -η,-ουν

εὐν-ούστερος, 
εὐν-ουστέρα, 
εὐν-ούστερον

εὐν-ούστατος, 
εὐν-ουστάτη, 
εὐν-ούστατον


 

γ) -ίστερος, -ίστατος

Τα μονοκατάληκτα επίθετα ἅρπαξ, βλάξ, λάλος (= φλύαρος), κλέπτης, πλεονέκτης σχηματίζουν τα παραθετικά τους σε -ίστερος, -ίστατος (κατὰ τὰ παραθετικά του ἄχαρις: ἀχαρίστερος, ἀχαρίστατος)
 

ἅρπαξ

ἁρπαγ-ίσ-τερος, 
ἁρπαγ-ισ-τέρα, 
ἁρπαγ-ίσ-τερον

ἁρπαγ-ίσ-τατος, 
ἁρπαγ-ισ-τάτη, 
ἁρπαγ-ίσ-τατον

βλὰξ

βλακ-ίσ-τερος, 
βλακ-ισ-τέρα, 
βλακ-ίσ-τερον

βλακ-ίσ-τατος,
βλακ-ισ-τάτη, 
βλακ-ίσ-τατον

λάλος

λαλ-ίσ-τερος, 
λαλ-ισ-τέρα, 
λαλ-ίσ-τερον

λαλ-ίσ-τατος,
λαλ-ισ-τάτη,
λαλ-ίσ-τατον

κλέπτης

κλεπτ-ίσ-τερος, 
κλεπτ-ισ-τέρα, 
κλεπτ-ίσ-τερον

κλεπτ-ίσ-τατος,
κλεπτ-ισ-τάτη, 
κλεπτ-ίσ-τατον

πλεονέκτης

πλεονεκτ-ίσ-τερος, 
πλεονεκτ-ισ-τέρα, 
πλεονεκτ-ίσ-τερον

πλεονεκτ-ίσ-τατος,
πλεονεκτ-ισ-τάτη, 
πλεονεκτ-ίσ-τατον


 

δ) –αίτερος, -αίτατος

Το επίθετο παλαιὸς σχηματίζει τα παραθετικά του με θέμα το επίρρημα πάλαι σε -αίτερος, -αίτατος: 
 

παλαιός, -η, -ον

παλαί-τερος, 
παλαι-τέρα, 
παλαί-τερον

παλαί-τατος, 
παλαι-τάτη, 
παλαί-τατον



Ανάλογα προς αυτό σχηματίστηκαν τα παραθετικά:
 

γεραιός, -α, -ον
(= γέροντας, σεβαστός)

γεραί-τερος, 
γεραι-τέρα, 
γεραί-τερον

γεραί-τατος, 
γεραι-τάτη, 
γεραί-τατον

σχολαῖος, ᾱ, -ον 
(= αργός, αργοκίνητος)

σχολαί-τερος, 
σχολαι-τέρα, 
σχολαί-τερον

σχολαί-τατος, 
σχολαι-τάτη, 
σχολαί-τατον


Με την κατάληξη -αίτερος, -αίτατος, σχηματίζουν τα παραθετικά τους ορισμένα επίθετα σε -ος:
 

Θετικός

Συγκριτικός

Υπερθετικός

ἴσος-η-ον

ἰσ-αί-τερος, -α, -ον

ἰσ-αί-τατος

ὄψιος (= όψιμος)-η-ον

ὀψι-αί-τερος, -α, -ον

ὀψι-αί-τατος

πλησίος-α-ον

πλησι-αί-τερος, -α, -ον

πλησι-αί-τατος, -η, -ον

πρῷος (από το πρώιος = πρωινός)

πρῳ-αί-τερος, -α, -ον

πρῳ-αί-τατος, -η, -ον

εὔδιος-α-ον

εὐδι-αίτερος, -α, -ον
(και εὐδιέσ-τερος, -α, -ον)

εὐδι-αί-τατος , -η, -ον
(και εὐδιέσ-τατος, -η, -ον)

ἥσυχος –η-ον

ἡσυχ-αί-τερος ,-α, -ον
(και ἡσυχώ-τερος, -α, -ον)

ἡσυχ-αί-τατος , -η, -ον
(και ἡσυχώ-τατος, -η, -ον)

ἴδιος-α-ον

ἰδι-αί-τερος, -α, -ον
(και ἰδιώ-τερος, -α, -ον)

ἰδι-αί-τατος, -η, -ον
(και ἰδιώ-τατος, -η, -ον)

φίλος -η-ον

φιλ-αί-τερος, -α, -ον
ἤ φίλ-τερος, -α, -ον
(και φιλ-ίων, -ιων, -ιον)

φιλ-αίτατος , -η, -ον
φίλ-τατος, -η, -ον


 

ΑΝΩΜΑΛΑ ΠΑΡΑΘΕΤΙΚΑ


Τα παραθετικά ορισμένων ορισμένων επιθέτων σχηματίζονται πολλές φορές με διάφορες φθογγικές παθήσεις ή και με θέμα διαφορετικό από το θέμα του θετικού, γι’ αυτό λέγονται ανώμαλα παραθετικά. Τα επίθετα αυτά είναι: 
 

Θετικός

Συγκριτικός

Υπερθετικός

αἰσχρός, -α, -ον

ὁ,ἡ αἰσχίων, τὸ αἴσχιον

αἰσχιστος, -η, -ον

ἐχθρός, -α, -ον

ὁ,ἡ ἐχθίων, τὸ ἔχθιον
(καὶ ὀμαλά: ἐχθρότερος, -α, -ον)

ἔχθιστος, -η, -ον
(καὶ ὀμαλά: ἐχθρό-τατος, -η, -ον)

ἡδύς, -εῖα, -ὺ

ὁ, ἡ ἡδίων, τὸ ἥδιον

ἥδιστος, -η, -ον

καλός, -η, -ον

ὁ, ἡ καλλίων, τὸ κάλλιον

κάλλιστος, -η, -ον

μέγας - μεγάλη - μέγαν

ὁ, ἡ μείζων, τὸ μεῖζον

μέγιστος, -η, -ον

ῥᾴδιος, -α, -ον

ὁ, ἡ ῥᾴων, τὸ ῥᾷον

ῥᾷστος, -η, -ον

ταχύς, -εῖα, -ὺ

ὁ, ἡ θάττων, τὸ θᾶττον

τάχιστος, -η, -ον

ἀγαθός, -η, -ον

ὁ, ἡ ἀμείνων, τὸ ἄμεινον
ὁ, ἡ βελτίων, τὸ βέλτιον
ὁ, ἡ κρείττων, τὸ κρεῖττον
ὁ, ἡ λῴων, τὸ λῷον

ἄριστος, -η, -ον
βέλτιστος, -η, -ον
κράτιστος, -η, -ον
λῷστος, -η, -ον

κακός, -η, -ον

ὁ, ἡ κακίων, τὸ κάκιον
ὁ, ἡ χείρων, τὸ χεῖρον

κάκιστος, -η, -ον
χείριστος, -η, -ον

μακρός, -α, -ον

μακρότερος, -α, -ον

μακρότατος, -η, -ον
μήκιστος, -η, -ον

μικρός, -α, -ον

μικρότερος, -α, -ον
ὁ, ἡ ἐλάττων, τὸ ἔλαττον
ὁ, ἡ ἥττων, τὸ ἧττον

μικρότατος, -η, -ον
ἐλάχιστος, -η, -ον
ἐπιρρ. ἥκιστα

ὀλίγος, -η, -ον

ὁ, ἡ μείων, τὸ μεῖον

ὀλίγιστος, -η, -ον

πολύς - πολλή - πολύ

ὁ, ἡ πλείων, τὸ πλέον

πλεῖστος, -η, -ον


 

ΚΛΙΣΗ ΤΟΥ ΣΥΓΚΡΙΤΙΚΟΥ ΒΑΘΜΟΥ ΤΩΝ ΑΝΩΜΑΛΩΝ ΠΑΡΑΘΕΤΙΚΩΝ


Ο συγκριτικός βαθμός των ανωμάλων παραθετικών κλίνεται κατά τα δικατάληκτα επίθετα της γ΄ κλίσης με τρία γένη και κλίνονται κατά το ακόλουθο παράδειγμα: 

π.χ. ὁ,ἡ βελτίων, τὸ βέλτιον
 

 

Ενικός αριθμός

Πληθυντικός αριθμός

Ον.

ὁ, ἡ βελτίων

τὸ βέλτιον

οἱ, αἱ βελτίον-ες ή βελτίους

τὰ βελτίον-α ή βελτίω

Γεν.

τοῦ,τῆς βελτίον-ος

τοῦ βελτίον-ος

τῶν βελτιόν-ων

τῶν βελτιόν-ων

Δοτ.

τῷ, τῇ βελτίον-ι

τῷ βελτίον-ι

τοῖς, ταῖς βελτίοσι(ν)

τοῖς βελτίοσι(ν)

Αιτ.

τόν, τὴν βελτίον-α ή βελτίω

τὸ βέλτιον

τούς, τὰς βελτίον-ας ή βελτίους

τὰ βελτίον-α ή βελτίω

Κλητ.

ὦ βέλτιον

ὦ βέλτιον

(ὦ) βελτίον-ες ή βελτίους

(ὦ) βελτίον-α ή βελτίω


 

ΠΕΡΙΦΡΑΣΤΙΚΑ ΠΑΡΑΘΕΤΙΚΑ


Τα περιφραστικά παραθετικά σχηματίζονται στην αρχαία ελληνική, στο συγκριτικό βαθμό με το επίρρημα μᾶλλον και στον υπερθετικό βαθμό με το επίρρημα μάλιστα εμπρός από το θετικό: 

π.χ. ἐπιμελής, μᾶλλον ἐπιμελής, μάλιστα ἐπιμελής.
Όλα τα επίθετα που σχηματίζουν μονολεκτικά παραθετικά μπορούν να σχηματίσουν παράλληλα και περιφραστικά παραθετικά. 
 

Παρατηρήσεις στα περιφραστικά παραθετικά:
Σχηματίζουν τα παραθετικά τους μόνο περιφραστικά οι μετοχές και μερικά μονοκατάληκτα επίθετα που χρησιμοποιούνται και ως ουσιαστικά.

  • μετοχές:

    δυνάμενος – μᾶλλον δυνάμενος – μάλιστα δυνάμενος
    συμφέρων – μᾶλλον συμφέρων – μάλιστα συμφέρων
    ὠφελῶν – μᾶλλον ὠφελῶν – μάλιστα ὠφελῶν.

  • μονοκατάληκτα ἐπίθετα: 
    εἴρων – μᾶλλον εἴρων – μάλιστα εἴρων΄ ἔνδακρυς – μᾶλλον ἔνδακρυς – μάλιστα ἔνδακρυς.
    Έτσι και τα εὔελπις, κόλαξ, ὑβριστής, φιλόγελως κ.ά.


 

ΕΛΛΕΙΠΤΙΚΑ ΠΑΡΑΘΕΤΙΚΑ


Μερικά επίθετα δεν έχουν θετικό βαθμό ή και έναν από τους δύο άλλους βαθμούς. Τα παραθετικά των επιθέτων αυτών λέγονται ελλειπτικά παραθετικά

Τα περισσότερα ελλειπτικά παραθετικά παράγονται από επιρρήματα, προθέσεις ή μετοχές:
 

Θετικός

Συγκριτικός

Υπερθετικός

(ἄνω)

ἀνώ-τερος

ἀνώ-τατος

(κάτω)

κατώ-τερος

κατώ-τατος

(πρὸ)

πρό-τερος

πρῶτος (πρό-ατος)

(ὑπὲρ)

ὑπέρ-τερος

ὑπέρ-τατος

ἐπικρατῶν

ἐπικρατ-έστερος

-

προτιμώμενος

προτιμό-τερος

-


 

Παρατήρηση στα παραθετικά των επιθέτων:
Μερικά επίθετα δεν σχηματίζουν παραθετικά, γιατί φανερώνουν ιδιότητα, ποιότητα ή κατάσταση που δεν παρουσιάζει βαθμούς. Τέτοια επίθετα είναι όσα φανερώνουν: 

α) ύλη: π.χ. λίθινος, ἀργυροῦς, γήινος 
β) τοπική ή χρονική σχέση: π.χ. χερσαῖος, θαλάσσιος, θερινός, ἡμερήσιος 
γ) μέτρο: π.χ. σταδιαῖος, πηχυαῖος 
δ) καταγωγή ή συγγένεια: π.χ. πατρῷος, μητρικός 
ε) μόνιμη κατάσταση: π.χ. θνητός, νεκρός 
στ) μερικά σύνθετα με α΄ συνθετικό το στερητικό ἀ-: π.χ. ἀθάνατος, ἄυλος, ἄυπνος, ἄψυχος κ.ά. 
ζ) μερικά συνθετικά με α΄ συνθετικό το επίθετο πᾶς ή την πρόθεση ὑπέρ: 
π.χ. πάνσοφος, πάντιμος, πάγκαλος , ὑπερμεγέθης, ὑπέρλαμπρος

 

 

 

 

ΠΑΡΑΘΕΤΙΚΑ ΕΠΙΡΡΗΜΑΤΩΝ

 

Πολλά επιρρήματα της αρχαίας επιδέχονται σύγκριση και γι΄ αυτό σχηματίζουν παραθετικά.
Σχηματίζουν έτσι παραθετικά στην αρχαία ελληνική:

α) επιρρήματα σε -ως που παράγονται από επίθετα.
Τα επιρρήματα αυτά στον συγκριτικό έχουν τύπο όμοιο με την ενική αιτιατική του ουδετέρου του συγκριτικού επιθέτου και στον υπερθετικὀ έχουν τύπο όμοιο με την πληθυντική αιτιατική του ουδετέρου του υπερθετικού επιθέτου:
(δίκαιος), δικαίως, δικαιότερον, δικαιότατα
(σοφός), σοφῶς, σοφώτερον, σοφώτατα
(ἀληθής), ἀληθῶς, ἀληθέστερον, ἀληθέστατα
(σώφρων), σωφρόνως, σωφρονέστερον, σωφρονέστατα
(ἡδύς), ἡδέως, ἥδιον, ἥδιστα
(καλός), καλῶς, κάλλιον, κάλλιστα κ.ά.

β) Τα επιρρήματα εὖ (ἀντίστοιχο τοῦ ἐπιθέτου ἀγαθός), ὀλίγον καὶ πολύ:

Θετικός

   Συγκριτικός

Υπερθετικός

εὖ

   ἄμεινον
    βέλτιον 
    κρεῖττον      

      ἄριστα
      βέλτιστα
        κράτιστα

ὀλίγον      

  μεῖον
ἔλαττον
   ἧττον

     ὀλίγιστα
       ἐλάχιστα
       ἥκιστα

πολὺ

  πλέον

     πλεῖστα ή πλεῖστον



γ) Το επίρρημα μάλα (= πολύ), ποὺ οἱ τρεὶς βαθμοί του εἶναι:

θετ. μάλα, συγκρ. μᾶλλον, ὑπερθ. μάλιστα

δ) Μερικὰ τοπικά επιρρήματα που παίρνουν παραθετικές καταλήξεις
–τέρω, -τάτω:

Θετικός

Συγκριτικός

Υπερθετικός

ἄνω

ἀνωτέρω

ἀνωτάτω

ἄπωθεν (= μακριά)

ἀπωτέρω

ἀπωτάτω

ἐγγὺς (= κοντά)

ἐγγυτέρω
ἐγγύτερον
ἔγγιον

ἐγγυτάτω
ἐγγύτατα
ἔγγιστα

ἔξω

ἐξωτέρω

ἐξωτάτω

ἔσω (καὶ εἴσω)

ἐσωτέρω

ἐσωτάτω

κάτω

κατωτέρω

κατωτάτω

πόρρω

πορρωτέρω

πορρωτάτω

πέρα

περαιτέρω

-



ε) Μερικά χρονικά επιρρήματα με παραθετικές καταλήξεις
–(αί)τερον, -(αί)τατα:

Θετικός

Συγκριτικός

Υπερθετικός

πάλαι

παλαίτερον

παλαίτατα

πρωί

πρωιαίτερον
πρῳαίτερον

πρωιαίτατα
πρῳαίτατα

ὀψέ (= ἀργά)

ὀψιαίτερον

ὀψιαίτατα

 

Παρατήρηση στα παραθετικά των επιρρημάτων:
Και τα παραθετικά των επιρρημάτων, όπως και των επιθέτων, εκφέρονται κάποτε περιφραστικά με τα μᾶλλον, μάλιστα και το θετικό. 

π.χ. σοφῶς, μᾶλλον σοφῶς, μάλιστα σοφῶς
ἡδέως, μᾶλλον ἡδέως, μάλιστα ἡδέως




Σεμινάριο

                                                                                                                                                                      

                                              

Ακολουθήστε μας

Log in