Ο ενεστώτας και ο παρατατικός των συνηρημένων ρημάτων σε –εω
Ο ενεστώτας και ο παρατατικός των συνηρημένων ρημάτων σε –εω
Θεωρία
Α. Πως σχηματίζεται ο ενεστώτας και ο παρατατικός των συνηρημένων ρημάτων της β΄ τάξης, των ρημάτων σε –εω;
Οι συναιρέσεις που γίνονται είναι οι ακόλουθες:
ε+ε = ει ε+ο = ου ε+η = η ε+ω = ω
ε+ει = ει ε+ου = ου ε+ῃ = ῃ ε+οι = οι
καταλήξεις:
Α’ ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΗ ΦΩΝΗ
Ενεστώτας |
Παρατατικός |
|
οριστική |
(ποιέω) ποιῶ (ποιέεις) ποιεῖς (ποιέει) ποιεῖ (ποιέομεν) ποιοῦμεν (ποιέετε) ποιεῖτε (ποιέουσι) ποιοῦσι(ν) (ποιέετον) ποιεῖτον (ποιέετον) ποιεῖτον |
(ἐποίεον) ἐποίεις (ἐποίεες) ἐποίει (ἐποίεε) ἐποίει (ἐποιέομεν) ἐποιοῦμεν (ἐποιέετε) ἐποιεῖτε (ἐποίεον) ἐποίουν (ἐποιέετον) ἐποιεῖτον (ἐποιεέτην) ἐποιείτην |
υποτακτική |
(ποιέω) ποιῶ (ποιέῃς) ποιῇς (ποιέῃ) ποιῇ (ποιέωμεν) ποιῶμεν (ποιέητε) ποιῆτε (ποιέωσι) ποιῶσι(ν) (ποιέητον) ποιῆτον (ποιέητον) ποιῆτον |
|
ευκτική |
α’ τύπος ἐνικοῦ: (ποιέοιμι) ποιοῖμι (ποιέοις) ποιοῖς (ποιέοι) ποιοῖ ἤ β’ τύπος ἐνικοῦ: (ποιεοίην) ποιοίην (ποιεοίης) ποιοίης (ποιεοίη) ποιοίη (ποιέοιμεν) ποιοῖμεν (ποιέοιτε) ποιοῖτε (ποιέοιεν) ποιοῖεν (ποιέοιτον) ποιοῖτον (ποιεοίτην) ποιοίτην |
|
προστακτική |
- (ποίεε) ποίει (ποιεέτω) ποιείτω - (ποιέετε) ποιεῖτε (ποιεόντων) ποιούντων ἤ (ποιεέτωσαν) ποιείτωσαν (ποιέετον) ποιεῖτον (ποιεέτων) ποιείτων |
|
απαρέμφατο |
(ποιέεν) ποιεῖν |
|
μετοχή |
(ποιέων) ποιῶν (ποιέουσα) ποιοῦσα (ποιέον) ποιοῦν γενική: (ποιέοντος) ποιοῦντος (ποιεούσης) ποιούσης (ποιέοντος) ποιοῦντος |
Β’ ΜΕΣΗ ΦΩΝΗ
Ἐνεστωτας |
Παρατατικός |
|
οριστική |
(ποιέομαι) ποιοῦμαι (ποιέῃ ἤ -ει) ποιῇ ἤ -εῖ (ποιέεται) ποιεῖται (ποιεόμεθα) ποιούμεθα (ποιέεσθε) ποιεῖσθε (ποιέονται) ποιοῦνται (ποιέεσθον) ποιεῖσθον (ποιέεσθον) ποιεῖσθον |
(ἐποιεόμην) ἐποιούμην (ἐποιέου) ἐποιοῦ (ἐποιέετο) ἐποιεῖτο (ἐποιεόμεθα) ἐποιούμεθα (ἐποιέεσθε) ἐποιεῖσθε (ἐποιέοντο) ἐποιοῦντο (ἐποιέεσθον) ἐποιεῖσθον (ἐποιεέσθην) ἐποιείσθην |
υποτακτική |
(ποιέωμαι) ποιῶμαι (ποιέῃ) ποιῇ (ποιέηται) ποιῆται (ποιεώμεθα) ποιώμεθα (ποιέησθε) ποιῆσθε (ποιέωνται) ποιῶνται (ποιέησθον) ποιῆσθον (ποιέησθον) ποιῆσθον |
|
ευκτική |
(ποιεοίμην) ποιοίμην (ποιέοιο) ποιοῖο (ποιέοιτο) ποιοῖτο (ποιεοίμεθα) ποιοίμεθα (ποιέοισθε) ποιοῖσθε (ποιέοιντο) ποιοῖντο (ποιέοισθον) ποιοῖσθον (ποιεοίσθην) ποιοίσθην |
|
προστακτική |
- (ποιέου) ποιοῦ (ποιεέσθω) ποιείσθω - (ποιέεσθε) ποιεῖσθε (ποιεέσθων) ποιείσθων ἤ (ποιεέσθωσαν) ποιείσθωσαν (ποιέεσθον) ποιεῖσθον (ποιεέσθων) ποιείσθων |
|
απαρέμφατο |
(ποιέεσθαι) ποιεῖσθαι |
|
μετοχή |
(ποιεόμενος) ποιούμενος (ποιεομένη) ποιουμένη (ποιεόμενον) ποιούμενον |
Β. Πως συναιρούνται τα ρήματα σε –εω με μονοσύλλαβο θέμα:
Ø Τα ρήματα σε –εω που έχουν μονοσύλλαβο θέμα συναιρούνται μόνο όπου μετά το χαρακτήρα –ε- υπάρχει άλλο – ε— ή –ει-,
π.χ., πλέω - πλεῖς, πλεῖ, πλεόμεν, πλεῖτε, πλέουσι(ν).
Τέτοια ρήματα είναι τα: δέω, ζέω, θέω, νέω, ξέω, πλέω, πνέω, ῥέω, χέω.
Ø Το ρήμα δέομαι έχει το β΄ ενικό πρόσωπο της οριστικής ενεστώτα ασυναίρετο: δέει.
Ø Εκτός από το ρήμα δέω (= έχω ανάγκη), υπάρχει και το ρήμα δέω - ῶ (= δένω) που συναιρείται σε όλους τους τύπους: δῶ, δεῖς, δεῖ, δοῦμεν, δεῖτε, δοῦσι(ν).
Ø Τα ρήματα σε –εω με μονοσύλλαβο θέμα ανεβάζουν τον τόνο στο β΄ ενικό πρόσωπο της προστακτικής ενεστώτα της ενεργητικής φωνής, όταν είναι σύνθετα,
π.χ., πλεῖ - ἒκπλει.
Οι άλλοι χρόνοι
Το ε εκτείνεται σε η:
ποιῶ ποιοῦμαι
μέλλοντας: ποιήσω ποιήσομαι
αόριστος: ἐποίησα ἐποιησάμην
παρακείμενος: πεποίηκα πεποίημαι
υπερσυντέλικος: ἐπεποιήκειν ἐπεποιήμην
διατηρούν το ε:
αἰνῶ - αἰνέσω - αἰνέσομαι
ἐπαινῶ - ἐπαινέσω
καλῶ - καλέσω
διατηρούν το ε και παίρνουν σ πριν το θ, μ, τ:
αἰδοῦμαι - αἰδέσομαι (μέσος μελλ.) - ᾐδέσθην (παθ. Αορ.)
ἀλῶ - ἀλέσω (μελλ.) - ἠλέσθην (παθ. Αορ.)
ἀρκῶ - ἀρκέσω (μελλ.) - ἠρκέσθην (παθ. Αορ.)
τελῶ - τελέσω (μέλλ.) - ἐτελέσθην (παθ. Αορ.)
πλέω – πλεύσομαι (μελλ.) – πέπλευσμα (πρκ.)
Ασκήσεις
1. να συμπληρώσετε τα κενά με το ζητούμενο τύπο:
1 Οὑ βουλομένων δέ τῶν Μηθυμναίων ...............................(απρμφ. ενεστ. του ρ. προχωρῶ), προσβαλών.................. (γ΄εν. πρόσωπο οριστ. ενεστ. του ρ. αἱρῶ) τήν πόλιν κατά κράτος.
2 αὐτοί δ΄............................... (γ΄πληθ. πρόσωπο οριστ. παρατ. του ρ. ἐγκαλῶ) ἐμοί ὡς μάλλον μέλλοι μοι ὅπως τά σά καλῶς ἔχει ἤ ὅπως τά ἑαυτῶν.
3 Τιμασίων δέ καί οἱ ἱπεῖς ἔχοντες τούς ἡγεμόνας καί προελαύνοντες ἐλάθανον αὐτούς ἐπί τῷ λόφῳ γενόμενοι ε0´νθα...................... (γ΄πληθ. πρόσωπο οριστ. παρατ. του ρ. πολιορκοῦμαι) οἱ Ἕλληνες.
4 Καί............................ (γ΄πληθ. πρόσωπο οριστ. ενεστ. του ρ. ἀφικνοῦμαι) πορευόμενοι εἰς Κερασοῦντα τριταῖοι.
5 Ἤν οὖν............................... (β΄πληθ. πρόσωπο υποτ. ενεστ. του ρ. σωφρονῶ), τοῦτον τἀναντία ποιήσατε ἤ τούς κύνας................... (γ΄πληθ. πρόσωπο οριστ. ενεστ. του ρ. ποιῶ).
6 Ὁ μέν δή Ξενοφῶν πὕτω θυσάμενος οἶς ἀνεῖλεν ὁ θεός ........................ (γ΄ενικό πρόσωπο οριστ. παρατ. του ρ. ἐκπλέω).
7 καί φίλον νομίζοντας Λακεδαιμόνιοι ἕπεσθαι καί κατά γῆν καί κατά θάλατταν, ὅποι ἄν ..................... (γ΄πληθ. πρόσωπο υποτ. ενεστ. του ρ. ἡγοῦμαι).
2. Να συμπληρώσετε τον πίνακα και να γράψετε τα αντίστοιχα απαρέμφατα και μετοχές:
οριστική |
υποτακτική |
ευκτική |
προστακτική |
βοηθοῦμεν |
|
|
|
|
καλῆτε |
|
|
|
|
|
πολεμείτω |
|
|
Πονοῖεν |
|
μισεῖτε |
|
|
|
|
ὠφελῇς |
|
|
|
|
αἰτοίη |
|
ἡγεῖται |
|
|
|
3. Να γράψετε τον παρατατικό στα ακόλουθα ρήματα: ἀγανακτῶ, λαλῶ, ὠφελῶ, ἱκνοῦμαι, κρατοῦμαι, ἐπαινοῦμαι.