ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ ΥΠΕΡ ΤΗΣ ΡΟΔΙΩΝ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ ΠΙΣΤΙΣ ΠΑΡ. 5-16 (ΑΠΟ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ)
από την Αργυρώ Διαμαντοπούλου
ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ
(ΑΠΟ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ)
Στις παραγράφους αυτές ο Δημοσθένης παραθέτει τα δικά του επιχειρήματα βάσει των οποίων οι Αθηναίοι πρέπει να βοηθήσουν τους Ρόδιους, και αντικρούει τα επιχειρήματα των αντιπάλων του.
Ξεκινά με το πρώτο του επιχείρημα στις παρ. 5-6, το οποίο αποτελεί ένα ενθύμημα και στο οποίο κάνει λόγο για τις αντιφατικές απόψεις των αντιπάλων και την προσωπική του συνέπεια στο λόγο του σε σχέση με το παρελθόν. Οι αντίπαλοί του λοιπόν είχαν τονίσει το φόβο τους για μια πιθανή παρέμβαση του Πέρση βασιλιά, αν οι Αθηναίοι επενέβαιναν στη Ρόδο. Διότι, όπως είναι γνωστό , ο Πελ/κός πόλεμος έληξε με την παρέμβαση των Περσών υπέρ της Σπάρτης και συγκεκριμένα με την Ανταλκίδειο ειρήνη ή ειρήνη του Βασιλέως (386 π.χ.). Η αποδοχή της ειρήνης αυτής κατοχύρωνε από ελληνικής πλευράς τη δεσπόζουσα θέση του Πέρση βασιλιά ως εγγυητή της ειρήνης. Σύμφωνα με τους όρους της ειρήνης, οι ελληνικές πόλεις της Μ. Ασίας, οι Κλαζομενές και η Κύπρος ανήκαν στο Βασιλιά, ενώ οι λοιπές ελληνικές πόλεις έπρεπε να είναι αυτόνομες. Σε περίπτωση που κάποιος δεν αποδεχόταν τους όρους ο Μ. Βασιλιάς είχε το δικαίωμα να εκστρατεύσει εναντίον του. Άρα, σύμφωνα με το κείμενο της Ανταλκιδείου ειρήνης, οι Πέρσες δεν είχαν δικαίωμα επέμβασης στη Ρόδο. Επίσης και οι Αθηναίοι, λόγω της αυτονομίας των πόλεων, δε μπορούσαν να επέμβουν στο νησί. Έτσι, τόνιζαν οι αντίπαλοι του Δημ., μια αθηναϊκή επέμβαση στη Ρόδο θα προκαλούσε την στρατιωτική παρέμβαση του Μ. Βασιλιά.
Ωστόσο, το ίδιο χρονικό διάστημα οι ίδιοι που δε συμφωνούσαν με τον Δημ. πρότειναν να βοηθήσουν τους Αιγυπτίους εναντίον του Πέρση βασιλιά. Το ιστορικό πλαίσιο έχει ως εξής: όταν Μ. Βασιλεύς ήταν ο Αρταξέρξης Β΄, η Περσική αυτοκρατορία αντιμετώπιζε τον κίνδυνο διάλυσης, καθώς είχαν εξεγερθεί πολλοί σατράπες εναντίον του βασιλιά. Τότε αποστάτησε και η Αίγυπτος, που ανήκε στην επικράτεια του Βασιλιά, και τον Φαραώ της Αιγύπτου βοήθησαν 10.000 έλληνες μισθοφόροι και 1000 Σπαρτιάτες, με αρχηγό τον Αγησίλαο. Τη στιγμή που εκφωνείται ο λόγος, βασιλιάς της Περσίας είναι ο Αρταξέρξης Γ΄ ο Ώχος, ο οποίος υπέταξε την Αίγυπτο και αποκατέστησε την ενότητα της αυτοκρατορίας. Ο Φαραώ Νεκτανεβώς προσέλαβε πάλι έλληνες μισθοφόρους. Οι πόλεις των Αθηνών και της Σπάρτης απέφυγαν την ανάμειξη, αν και πολλοί το επιθυμούσαν. Τελικά, η επανάσταση απέτυχε(343 π. Χ.).
Ο Δημοσθένης λοιπόν επισημαίνει την αντίφαση των αντιπάλων ρητόρων οι οποίοι, ενώ λένε πως φοβούνται την αντίδραση του Βασιλιά, αν επέμβουν στη Ρόδο, την ίδια χρονική στιγμή προσπαθούν να πείσουν και να παρασύρουν την πόλη σε μια επιχείρηση εναντίον του Βασιλιά στην Αίγυπτο. Γιατί βέβαια πολύ περισσότερο μια επέμβαση των Αθηναίων υπέρ των Αιγυπτίων θα ήταν σαφής επιθετική ενέργεια εναντίον του Πέρση Βασιλιά, στην επικράτεια του οποίου ανήκε η Αίγυπτος, αντίθετα με τη Ρόδο. Ενδεχομένως οι υποστηρικτές αυτής της θέσης είναι εκπρόσωποι του δημοκρατικού κόμματος που δεν συμπαθούν τους Ροδίους, είτε λόγω της αποστασίας του νησιού από τη Β΄ Αθηναϊκή Συμμαχία είτε λόγω άλλου πολιτικού αιτίου. Ο ίδιος ο Δημοσθένης υπαινίσσεται πως αυτή η αντίφαση οφείλεται σε υποκρισία και υστεροβουλία.
Άλλωστε, τονίζει ο Δημ., οι Αιγύπτιοι είναι ξένοι γι’ αυτούς, ενώ οι Ρόδιοι είναι Έλληνες. Είναι χαρακτηριστικό της αρχαίας Ελλάδας πως, παρά τις πολιτικές διαιρέσεις των κατοίκων, οι Έλληνες είχαν σαφή και έντονη εθνική αυτοσυνειδησία.
O ίδιος ο Δημοσθένης παρουσιάζεται συνεπής αναφορικά με τον τρόπο σκέψης του σε σχέση με το παρελθόν. Και στο παρελθόν δηλ. είχε συμβουλέψει κατά τον ίδιο τρόπο. Επομένως, και τώρα δεν έχει άλλα κίνητρα ούτε κάποιο όφελος από μια πιθανή βοήθεια απέναντι στους Ροδίους, απλά παραμένει συνεπής στο ήθος και τις αρχές του. Εδώ βέβαια ο Δημ. επικαλείται το ήθος του ως πομπού, προκειμένου να πείσει.
Συγκεκριμένα, και λίγο παλαιότερα, όταν οι Αθηναίοι σχεδίαζαν πόλεμο εναντίον του Πέρση Βασιλιά, ο Δημ. πήρε το λόγο και μίλησε, όπως ακριβώς και τώρα. Πρόκειται για τον πρώτο πολιτικό λόγο του ρήτορα, τον Περί των Συμμοριων, που εκφωνήθηκε το 354 π.Χ.( Οι Συμμορίες ήταν φορολογικοί σύλλογοι 1200 ατόμων που ήταν υποχρεωμένοι να εξοπλίζουν μονάδες του στόλου). Τότε ο Δημ. είχε διαφωνήσει και είχε προτείνει να αυξηθεί ο αριθμός των πολιτών που ήταν σε θέση να συνεισφέρουν οικονομικά στο «δημόσιο» από 1200 σε 2000. Πρότεινε λοιπόν τον εξοπλισμό της πόλης, ώστε να μπορεί να ανταποκριθεί σε έναν αμυντικό πόλεμο είτε με τους Πέρσες είτε με τους Έλληνες. Είχε εκφράσει ο ρήτορας το πνεύμα της φιλειρηνικής πολιτικής του Ευβούλου, η οποία επικράτησε μετά τον Συμμαχικό πόλεμο στην Αθήνα(355 π. Χ.) μέχρι το 346 π.Χ., λόγω της γενικής αδυναμίας και εξάντλησης (ωστόσο σύντομα ο Δημ. στράφηκε κατά της πολιτικής του Ευβούλου, στην προσπάθειά του να παρακινήσει τους Αθηναίους σε έναν επιθετικό πόλεμο κατά του Φιλίππου της Μακεδονίας). Γιατί είχε βέβαια καταλάβει πως εκείνη την εποχή η πόλη δεν είχε τα μέσα για ένα τέτοιο εγχείρημα.
Οι Αθηναίοι λοιπόν πρέπει να προβάλλουν ως στόχο της πολεμικής τους προετοιμασίας την άμυνα και όχι την επίθεση. Μ’ αυτόν τον τρόπο απορρίπτει την πρόταση των αντιπάλων του για παροχή βοήθειας στους Αιγυπτίους και μοιάζει να τους ρωτά πως, αν τότε (το 354 π.Χ.) συμφώνησαν μαζί του και θεώρησαν πως μιλά ορθά, πώς τώρα πιστεύουν ότι η άποψη του είναι εσφαλμένη. Ωστόσο οφείλουμε να σημειώσουμε εδώ πως ο Δημ. στο μεταξύ έχει αλλάξει πολιτική, γιατί ουσιαστικά προτείνει στους Αθηναίους επίθεση στη Ρόδο, γεγονός που θα προκαλούσε την αντίδραση του Βασιλιά.
Η παρ. 7 αναπτύσσεται με τη μορφή ενός υποθετικού συλλογισμού. Άλλωστε είναι συνηθισμένος τρόπος σκέψης να τοποθετείται κανείς υποθετικά στη θέση του αντιπάλου, για να εικάσει τις αντιδράσεις του, καθώς υπάρχει σημαντική πιθανότητα δυο άνθρωποι λογικά σκεπτόμενοι και υπό τις ίδιες συνθήκες να έχουν όμοιες αντιδράσεις.
Εδώ παρατίθεται άλλο ένα επιχείρημα εναντίον της πρότασης για βοήθεια στους Αιγυπτίους και υπέρ βέβαια της δικής του άποψης. Λέει λοιπόν ο Δημ. πως, αν ήταν σύμβουλος στην αυλή του Μ. Βασιλιά – γεγονός σύνηθες, καθώς πολλές φορές Πέρσες βασιλείς χρησιμοποίησαν Έλληνες συμβούλους – θα τον συμβούλευε τα ίδια που προτείνει τώρα και στους Αθηναίους, δηλ. να πολεμά κανείς για τα κυριαρχικά του δικαιώματα, αλλά για όσα δεν του ανήκουν να μην εγείρει αξιώσεις. Η Αίγυπτος δεν ανήκει στην ελληνική επικράτεια αντίθετα με την Ρόδο στην οποία, μοιάζει να λέει, έχουμε κυριαρχικά δικαιώματα, καθώς υπήρξε μέλος της Β΄ Αθηναϊκής Συμμαχίας. Μοιάζει να θέλει ο Δημ. να ανασυστήσει την Αθηναϊκή Συμμαχία. Τίθεται εναντίον μιας επεκτατικής πολιτικής. Ωστόσο οι συμβουλές του προς το Βασιλιά και οι συμβουλές του προς τους Αθηναίους βρίσκονται σε αντίφαση, γιατί, ενώ στον Πέρση προτείνει αποφυγή εμπλοκής σε μη κεκτημένα εδάφη, στην πόλη του προτείνει παρέμβαση σε ξένα εδάφη.
Και η παρ. 8 αναπτύσσεται με τη βοήθεια αλλεπάλληλων υποθετικών συλλογισμών και παρουσιάζεται άλλο ένα επιχείρημα, άλλο ένα ενθύμημα. Δε θεωρεί σωστό να παραχωρήσουν στο Βασιλιά όσα κατέλαβε μη δικαιωματικά με αιφνιδιασμό ή εξαπατώντας κάποια πολιτική παράταξη στις πόλεις – εδώ υποβάλλει την άποψη πως οι Ρόδιοι δημοκρατικοί εξαπατήθηκαν από τον Μαύσωλο. Παράλληλα πιστεύει πως πρέπει να συμπράξουν τους Ροδίους, γιατί:
α)είναι ανάγκη
β)είναι δίκαιο
γ)δεν απαιτούνται πολλές θυσίες(υποτιμά τη δύναμη της Αρτεμισίας)
δ)είναι και συμφέρον, γιατί θα τους εξασφαλίσει μια καλή φήμη (η φήμη της Αθήνας στους συμμάχους της είχε αμαυρωθεί μετά τη Β΄ Αθηναϊκή Συμμαχία).
Αν η πόλη λοιπόν πράξει το δίκαιο πράττει ταυτόχρονα και το συμφέρον: είναι ένα πολύ ισχυρό επιχείρημα. Ωστόσο, σχετικά με το μέγεθος των θυσιών που θα απαιτηθούν, οι Αθηναίοι δεν μπορούν να πεισθούν τόσο εύκολα, γιατί είναι πολύ πρόσφατες οι οικονομικές και κάθε άλλου είδους θυσίες στις οποίες είχαν υποβληθεί κατά τον Συμμαχικό πόλεμο.
Ακολουθεί στην παρ. 9 ένα ακόμη επιχείρημα, ένα ιστορικό παράδειγμα, ένα επιχείρημα εξ ιδίων για την Αθήνα, από την πρόσφατή της ιστορία. Ο ρήτορας δεν υποστηρίζει κάτι καινούριο και αδοκίμαστο. Το παράδειγμα αφορά τα εξής γεγονότα: ο Αριοβαζάρνης, σατράπης της Φρυγίας, είχε αποστατήσει το 366 π.Χ. από το Βασιλιά και ζήτησε τη βοήθεια των Αθηναίων και Λακεδαιμονίων. Αυτοί τον βοήθησαν στρατιωτικά στέλνοντας τον Αθηναίο στρατηγό Τιμόθεο και τον Σπαρτιάτη Αγησίλαο. Τελικά το κίνημα του Αριοβαζάρνη απέτυχε. Ωστόσο, ο Τιμόθεος, μόλις κατάλαβε πως ο Αριοβαζάρνης είχε αποστατήσει απροκάλυπτα από το Βασιλιά και γνωρίζοντας ότι το ίδιο χρονικό διάστημα τη Σάμο φρουρούσε ο Κυπρόθεμις, άρχοντας υποτελής του Μ. Βασιλιά, αποφάσισε να μη βοηθήσει τον Αριοβαζάρνη, αλλά να σπεύσει να εκδιώξει από τη Σάμο την περσική φρουρά, η οποία την κατείχε κατά παράβαση της Ανταλκιδείου ειρήνης. Η εκδίωξη της περσικής φρουράς από τον Τιμόθεο δεν αποτελούσε παραβίαση της Ανταλκιδείου ειρήνης, καθώς, σύμφωνα με τους όρους της ειρήνης, το νησί έπρεπε να είναι ελεύθερο και ανεξάρτητο και η πράξη του Τιμόθεου αποσκοπούσε στην απελευθέρωση του νησιού.
Το παράδειγμα είναι απόλυτα αντίστοιχο με το σύγχρονο πρόβλημα που αντιμετωπίζουν οι Αθηναίοι: να βοηθήσουν τους Αιγυπτίους ή τους Ροδίους; Επιπλέον ο Δημ. θέλει να ενισχύσει τη θέση του πως δεν είναι πιθανή η επέμβαση του Βασιλιά, που τόσο φοβούνται οι αντίπαλοί του, αν παρέμβουν στη Ρόδο. Γιατί και στην περίπτωση του παραδείγματος ο Βασιλιάς δεν τους κήρυξε πόλεμο, επειδή παρενέβησαν, για να απελευθερώσουν τη Σάμο.
Το γεγονός αυτό, το ότι δηλ. ο Βασιλιάς δεν κήρυξε πόλεμο στους Αθηναίους για την παρέμβασή τους στη Σάμο, το δικαιολογεί στηρίζοντάς το στην αρχή, στη γνώμη πως όλοι πολεμούν με όλη τους τη δύναμη, για να διατηρήσουν αυτά που τους ανήκουν, αλλά αγωνίζονται με λιγότερη ένταση, όταν επεκτείνουν τις κτήσεις τους (παρ. 10). Πρόκειται για μια γνώμη γενικού κύρους και γίνεται διαίρεση των πολέμων σε δυο κατηγορίες, τον αμυντικό και τον επεκτατικό πόλεμο. Η διάκριση των δυο διαφορετικών μορφών πολέμου καθίσταται εντονότερη με τη βοήθεια της χρήσης από τον ρήτορα αντιθετικών εννοιών και αντιθέσεων εν γένει.
Από την παρ. 5 έως την παρ. 10 ο Δημ. προσπαθούσε να αντικρούσει το επιχείρημα των αντιπάλων του σχετικά με το φόβο μιας πιθανής επίθεσης του Βασιλιά, αν επενέβαιναν στη Ρόδο. Τώρα (παρ. 11) προσπαθεί να αντικρούσει ένα άλλο αντίπαλο επιχείρημα που αφορά το φόβο από την πιθανή αντίδραση της Αρτεμισίας, η οποία είχε ισχυρό ναυτικό και άφθονους πόρους. Ο Δημ. προσπαθεί να αποδείξει με λογικά επιχειρήματα πως συμφέρει στην Αρτεμισία να καταλάβουν τη Ρόδο οι Αθηναίοι παρά ο Μ. Βασιλιάς.
Αν λοιπόν (παρ. 11) οι επιχειρήσεις του Βασιλιά στην Αίγυπτο ευδοκιμούν, η Αρτεμισία, σε περίπτωση νίκης του Βασιλιά, θα επιζητούσε από φόβο την εύνοια του προσφέροντάς του ως δώρο το νησί, ώστε να την αναγνωρίσει ως νόμιμη διάδοχο του Μαυσώλου. Αν όμως ο Βασιλιάς αποτύχει, όπως φημολογείται, ο Δημ. εικάζει πως η Αρτεμισία θα φοβηθεί μήπως ο Βασιλιάς στραφεί εναντίον της και καταλάβει το νησί, για να ελέγχει τις δικές της κινήσεις. Ο Αρταξέρξης δεν είχε λόγο να την εμπιστεύεται, αφού ο Μαύσωλος είχε αυτονομηθεί και είχε υποστηρίξει στην αρχή την επανάσταση των σατραπών εναντίον του Βασιλιά. Επομένως, η Αρτεμισία θα προτιμούσε να κατέχουν το νησί οι Αθηναίοι.
Άρα, καταλήγει ο ρήτορας, η Αρτεμισία είτε δε θα αντισταθεί καθόλου είτε η αντίστασή της θα είναι σθεναρή και πρόχειρη. Το επιχείρημα αυτό του Δημ. ενισχύεται και από το γεγονός ότι, όταν εκφωνείται ο λόγος, οι επιχειρήσεις των Περσών στην Αίγυπτο έχουν αποτύχει. Ωστόσο, το επιχείρημα δεν παύει να είναι μια εικασία. Τέλος, οφείλουμε να παρατηρήσουμε πως η πολιτική δράση της Αρτεμισίας δε διέπεται από ηθικές αρχές, αλλά η ίδια άγεται και φέρεται ανάλογα με τα εκάστοτε προσωπικά της συμφέροντα, ενώ ένας πολιτικός πρέπει να αίρεται υπεράνω των συναισθημάτων του και να φροντίζει για την προάσπιση των συμφερόντων της πατρίδας του.
Ο Δημ. συνεχίζει στην παρ. 13 συμπεραίνοντας πως δε μπορεί βέβαια να προβλέψει τις αντιδράσεις του Μ. Βασιλιά, όμως σε κάθε περίπτωση συμφέρει την πόλη να βοηθήσει τους Ροδίους, γιατί:
α)στην καλύτερη περίπτωση ο Βασιλιάς δε θα αντιδράσει
β)στη χειρότερη περίπτωση θα αντιδράσει παραβιάζοντας την ειρήνη και αποκαλύπτοντας τις επιθετικές του προθέσεις, οπότε ο κίνδυνος θα αφορά όλους πια τους Έλληνες και όχι μόνο την Αθήνα.
Ισχυρότατο το επιχείρημα του Δημ. Κινδυνολογεί βέβαια, αλλά είναι απόλυτα ορθό πως μια πιθανή παραβίαση της ειρήνης από το Βασιλιά για τη Ρόδο θα σήμαινε απόρριψή της από αυτόν και επομένως ελευθερία επιθετικών κινήσεων σ’ ολόκληρη την Ελλάδα.
Το ισχυρότερο από όλα τα επιχειρήματα που χρησιμοποίησε ο ρήτορας ως εδώ το φύλαξε για το τέλος. Το εντοπίζουμε στις παρ. 14-16, πρόκειται για ένα ενθύμημα και αφορά στην αντισυμμαχική συμπεριφορά των Ροδίων . Ο Δημ. δεν ξεχνά τη μνησικακία των Αθηναίων απέναντι στους Ροδίους για τις καταστροφές που υπέστησαν λόγω του Συμμαχικού πολέμου. Αφήνει βέβαια αυτό το στοιχείο για το τέλος, γιατί προτίμησε να μιλήσει πρώτα για το συμφέρον της πόλης και τη δόξα που θα αποκτήσει, καθώς και για τις επικίνδυνες επεκτατικές διαθέσεις του Βασιλιά, ώστε ο ακροατής να ευχαριστηθεί με την προσδοκία του πρώτου, να ανησυχήσει με τη σκέψη του δεύτερου και να θέσει σε δεύτερη μοίρα το μίσος του κατά των Ροδίων. Ο ρήτορας πρέπει να καταπραϋνει τους Αθηναίους και συγχρόνως να αποδείξει πως δεν υπάρχει στην υπόθεση αυτή κανένα προσωπικό συμφέρον. Έτσι, υπερασπίζεται τους Ροδίους κατηγορώντας τους.
Στην παρ. 14 ο Δημ. αναφέρεται στους Κάρες που εξαπάτησαν τους Ροδίους. Στην αρχή παρουσιάστηκαν ως φίλοι τους, προσεταιρίσθηκαν κάποιους από αυτούς και, όταν πέτυχαν το σκοπό τους, τους απομάκρυναν. Αυτοί είναι τώρα και οι πραγματικοί κυρίαρχοι του νησιού και όχι οι Ρόδιοι ολιγαρχικοί. Ωστόσο και οι Ρόδιοι ολιγαρχικοί συμπεριφέρθηκαν με όμοιο τρόπο όπως και οι Κάρες. Δεν αρμόζουν λοιπόν για σύμμαχοι, γιατί απαραίτητο στοιχείο, κατά τον Δημ., σε μια συμμαχία είναι η εμπιστοσύνη και η πίστη μεταξύ των μελών, στοιχείο που εκλείπει από τους Ροδίους.
Στην παρ. 15 μέσα από αλλεπάλληλες υποθέσεις τονίζει για δεύτερη φορά τη συμφέρουσα πλευρά μιας πιθανής παρέμβασης στη Ρόδο. Η λέξη «συμφέρον» πια ακούγεται καθαρά και δεν εννοείται έμμεσα. Ο ίδιος ο ρήτορας επικαλείται το προσωπικό του ήθος: δεν έχει καμία προσωπική σχέση με τους Ροδίους, είναι αμερόληπτος στην κρίση του και επιπλέον συμμερίζεται τη χαρά των Αθηναίων για το πάθημα της Ρόδου. Προσπαθεί να κερδίσει την εμπιστοσύνη και την εύνοια του ακροατηρίου του κολακεύοντας τους συμπολίτες του και δικαιώνοντας τα συναισθήματά τους.
Αμέσως παρακάτω (παρ. 16) δικαιολογεί τη δική του μετοχή στα συναισθήματα χαιρεκακίας και εκδικητικότητας που διακατέχουν τους Αθηναίους. Χαίρεται λοιπόν και ο ίδιος, γιατί:
α)αρνούμενοι οι Ρόδιοι να καταλάβουν τη συμμαχική εισφορά(τη σύνταξη) έχασαν την ελευθερία τους
β)έχασαν την ευκαιρία να είναι ισότιμοι σύμμαχοι με τους Αθηναίους που είναι ανώτεροί τους-προσπάθεια να κολακέψει το αυτοσυναίσθημα των Αθηναίων. Ωστόσο αντιφάσκει, καθώς η έννοια της ισοτιμίας δεν συμβιβάζεται με την αίσθηση της ανωτερότητας των Αθηναίων.
γ)κατάντησαν δούλοι βαρβάρων και δούλων (όλοι όσοι βρίσκονταν υπό την εξουσία του Μ. Βασιλιά θεωρούνταν δούλοι, εκτός του ίδιου του Βασιλιά)
Το (α) είναι το σφάλμα των Ροδίων (η αποστασία τους από την Αθηναϊκή Συμμαχία) και τα (β), (γ) είναι οι συνέπειες, κατά τον Δημ., του λάθους αυτού. Υποτιμά λοιπόν εμφανώς ο Δημ. τους Ροδίους για τις πολιτικές τους επιλογές. Ωστόσο, οι Ρόδιοι θα μπορούσαν να γίνουν συνετοί στα πολιτικά, καθώς τώρα πήραν το μάθημά τους, εφόσον τους δοθεί μια ευκαιρία και αυτή θα είναι η βοήθεια των Αθηνών.
Ειρωνεύεται ο Δημ. τους Ροδίους για τη γνωστή τους αλαζονεία και διατυπώνει το γνωμικό πως η απερισκεψία γίνεται για το λαό και για το δημοκρατικό πολίτευμα αιτία πολλών συμφορών, γιατί η δημοκρατία είναι το πολίτευμα του μέτρου και απαιτεί σύνεση και μετριοπάθεια. Πιθανή απερισκεψία και λήψη λανθασμένων αποφάσεων θα μπορούσε να οδηγήσει ακόμη και σε ανατροπή του πολιτεύματος.
Κλείνει το λόγο του ο Δημ. λέγοντας ξεκάθαρα πως πρέπει να βοηθήσουν τους Ροδίους και να μην τους κρατούν κακία, γιατί στην πολιτική τα πάθη είναι κακοί σύμβουλοι. Χρησιμοποιεί μάλιστα και ένα τελευταίο παράδειγμα- επιχείρημα εξ ίδίων, υπενθυμίζοντάς τους ότι και οι ίδιοι έχουν εξαπατηθεί κατά το παρελθόν, όπως οι Ρόδιοι, αλλά δεν έκριναν σωστό να τιμωρηθούν γι’ αυτό. Γιατί λοιπόν κρίνουν τώρα πως οι Ρόδιοι πρέπει να μείνουν αβοήθητοι και να τιμωρηθούν μ’ αυτόν τον τρόπο; Το παράδειγμα αναφέρεται συγκεκριμένα στην περίοδο μετά την πτώση των Τριάκοντα, όταν η αθηναϊκή πολιτεία αντιμετώπισε με το μέτρο της αμνηστίας τον κίνδυνο να ξεσπάσουν τα πάθη που συσσώρευσε η τυραννική συμπεριφορά των Τριάκοντα.