Το φαινόμενο των επαναστάσεων
Με τον όρο επανάσταση εννοούμε τη δυναμική λαϊκή εξέγερση κατά της εξουσία, που αποβλέπει στην ανατροπή του πολιτικού ή κοινωνικού καθεστώτος ή την απελευθέρωση από ξένο κατακτητή. Η ετυμολογία της λέξης προέρχεται από < αρχ. ἐπανάστασις < ἐπανίστημι «ανεγείρω, ξεσηκώνω» < ἐπ(ι)- + ἀν(α) - + ἳστημι[1].
Η επανάσταση ή οι επαναστάσεις θα μπορούσαν να διακριθούν σε τρείς κατηγορίες: α) επιστημονικές, β) θρησκευτικές και γ) πολιτικές. «Εἰς τάς ἐπιστημονικάς ἐπαναστάσεις ἁρμόζει, ἐξ αἰτίας τῆς βραδύτητος των, τό ὂνομα τῆς ἐξελίξεως. Ἀλλά ὑπάρχουν και ἂλλαι, ἃτινες, παρ’ ὅλον ὅτι ἀνήκουν εἰς τήν αὐτήν τάξη, τῆς ἀξίζει, ἐξ αἰτίας τῆς ταχύτητος των, τό ὂνομα τῆς ἐπαναστάσεως»[2]. Αντίθετα οι θρησκευτικές επαναστάσεις, στενά συνδεδεμένες με το κράτος, επηρέασαν, μέσω των θρησκευτικών Μεταρρυθμίσεων τους, στα μέσα του 16ου αιώνα, ολόκληρη την Δυτική Ευρώπη με αποτέλεσμα ένα μέρος του κόσμου αυτού να απορρίψει την πνευματική ηγεσία του πάπα, να χωριστεί από την εκκλησία της Ρώμης και να απομακρυνθεί από τα παραδοσιακά δόγματα αυτής της Εκκλησίας[3]. Τέλος οι μεγάλες πολιτικές επαναστάσεις συνόδευσαν σπουδαίες πολιτικές μεταβολές και ξεχώρισαν για τον τραχύ τους χαρακτήρα[4], πράγμα το οποίο συνεχίζουν ακόμα να κάνουν.
Και στις τρείς κατηγορίες επαναστάσεων ο οικονομικός παράγοντας διαδραματίζει τον πρωταγωνιστικό ρόλο. Για να γεννηθεί όμως η ιδέα της επανάστασης πρέπει να έχει προηγηθεί ένας μεγάλο χρονικό διάστημα, ώστε να γίνει αντιληπτή η καταπίεση και η αγανάκτηση του λαού ως αποτέλεσμα της εντεινόμενης αθλιότητας και της πείνας, που προκαλεί η οικονομική εξάρτηση της άρχουσας τάξης. Επίσης, σημαντικό ρόλο παίζει και ο όχλος, ο οποίος βέβαια ανέτρεψε κυβερνήσεις, αλλά δεν συνέλαβε ο ίδιος την ιδέα της εξέγερσης, ούτε την διηύθυνε. Για παράδειγμα στη Γαλλική Επανάσταση τα νήματα της εξεγέρσεων κινούσε η αστική τάξη. Επιπρόσθετα, πολλές είναι οι φορές που ο λαός δεν αντιλαμβάνεται του λόγους μιας επανάστασης, ενώ ο λόγος που τους οδηγεί στην συμμετοχή τους είναι τα κοινά πάθη και αισθήματα που τους δημιουργούνται εξ αιτίας των πολιτικών, των θρησκευτικών , των οικονομικών και άλλων γεγονότων που μαστίζουν τη χώρα τους. Ακόμη μια επανάσταση δεν είναι δυνατόν να πραγματοποιηθεί χωρίς την συνδρομή του στρατού ή τουλάχιστον την ουδετερότητα του. Σε αυτές τις περιπτώσεις ανήκουν οι επαναστάσεις του 1830 και 1848 (και αργότερα του 1870).
Ένα επαναστατικό κίνημα, μια εξέγερση, συνήθως ξεκινά από τις πρωτεύουσες των χωρών και κατόπιν διαδίδεται και στην υπόλοιπη χώρα. Αυτό βέβαια δεν συμβαίνει πάντα, όπως για παράδειγμα κατά την διάρκεια της Γαλλικής Επανάστασης, στην οποία η Βανδέα, η Βρετάνη, η Μεσημβρινή Γαλλία, επαναστάτησαν εναντίων της πρωτεύουσας[5].
Τέλος θα μπορούσε να ειπωθεί ότι επαναστάσεις υπήρχαν από τη δημιουργία του κόσμου, και αν πάλι αυτό είναι υπερβολικό να λεχθεί τότε θα λέγαμε ότι επαναστάσεις υπήρχαν από την δημιουργία μιας κοινωνίας ή από τη δημιουργία της πόλης – κράτους και την ανατροπή των αριστοκρατικών και ολιγαρχικών πολιτευμάτων. Τα αίτια που οδηγούσαν στο ξέσπασμα των επαναστάσεων συνίσταται και εδώ στην εμφάνιση και άνοδο της νέας αστικής τάξης, στην ανάδυση των δημοκρατικών ιδεών, στην επιβολή της δικαιοσύνης, καθώς και στην πείνα και εξαθλίωση που είχαν περιέλθει οι κάτοικοι των πόλεων - κρατών από την τυραννική άσκηση της εξουσίας.
Επανάσταση είναι λοιπόν οποιαδήποτε μορφή διαμαρτυρίας, μέσα από την τεχνολογία, τη θρησκεία, την πολιτική – οικονομική ζωή του ανθρώπου και οι οποίες προκαλούν αλλαγές, άλλοτε μικρές και άλλοτε μεγάλες στην εξέλιξη της παγκόσμιας ιστορίας.
[1] Γ. Μπαμπινιώτης, Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας, Κέντρο λεξικογραφίας, Αθήνα 1998, σ. 644.
[2] Gustave Le Bon, Η ψυχολογία των Επαναστάσεων, μετάφραση, πρόλογος και σχόλια Κ. Κυπριανός, Εκδοτικός Οίκος Κ. Γκοβοστή, Αθήνα 1929, σ. 43 – 45.
[3] Στο ίδιο, σ. 54 – 77.
[4] Στο ίδιο, σ. 45 - 53.
[5] Gustave Le Bon, ό.π., σ. 83.